1. Το πρόβλημα είναι γενικευμένο
Οι ελληνικές κυρίαρχες ομάδες έχουν πρόβλημα να ξεμπλοκάρουν από το παρελθόν τους. Έχουν, επίσης, πρόβλημα να προτείνουν σταθερά, συνεκτικά και αποφασιστικά ένα πρόγραμμα για την Ελλάδα του 21ου που θα της διασφαλίζει μια ισχυρή θέση στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η δυσκολία αυτή δεν είναι, ασφαλώς, μόνο ελληνική, διαπερνά σε μεγάλο βαθμό την πλειονότητα των κυρίαρχων ομάδων στην Ευρώπη συνολικά. Το πρόβλημα όμως στη χώρα είναι ισχυρότερο εξαιτίας σειράς αρνητικών ιδιαιτεροτήτων.
Κάθε πολιτική πρόταση που θα κινείται προς τα εμπρός οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις γενικότερες δυσκολίες του ευρωπαϊκού περίγυρου και τις αλλαγές στον κόσμο, όπως είναι η άνοδος της Κίνας και της Ινδίας στο πεδίο της γεωπολιτικής. Αλλαγές που δημιουργούν νέες δυνατότητες ως προς τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και δημιουργούν νέα διλήμματα με τα οποία η κοινωνία και η πολιτική σκηνή στη χώρα μας, δείχνουν ανέτοιμοι να ασχοληθούν. Οι αλλαγές στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και η ανάγκη η Ελλάδα να αλλάξει μοντέλο ανάπτυξης, να στηριχθεί στις νέες τεχνολογίες, στις σύγχρονες υπηρεσίες, σε παραγωγή που να συνδέεται με την νανοτεχνολογία, την βιογενετική και τα νέα υλικά. Υπάρχουν και οι κοινωνικές και δημογραφικές αλλαγές καθώς και τα προβλήματα που έχουν ανακύψει στη σχέση κοινωνίας και περιβάλλοντος. Όλα αυτά συγκροτούν ένα νέο πολιτικό – κοινωνικό περιβάλλον που θα έπρεπε να είναι στο επίκεντρο της δημόσιας ατμόσφαιρας της χώρας.
Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι ότι όλες οι μερίδες των κυρίαρχων ομάδων, αλλά και των υπολοίπων ομάδων που κινούνται στον δημόσιο χώρο, δεν ασχολούνται με αυτά τα καυτά προβλήματα. Δεν αναζητούν εναλλακτικές λύσεις ως προς αυτά και δεν προωθούν στρατηγικές υλοποίησής τους. Η πολιτική σκηνή έχει εγκλωβιστεί στη σκανδαλολογία και στο παρελθόν. Οι περισσότεροι επιχειρηματίες λειτουργούν ως προμηθευτές του κράτους, διαμεσολαβητές ξένων εταιρειών ή και τοκογλύφοι, πνίγοντας συχνά το επιχειρηματικό δημιουργικό πνεύμα, πνίγοντας ιδιαίτερα τους εν δυνάμει ικανούς ανάμεσα στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες που θα μπορούσαν να είναι οι φορείς του καινούργιου, της πρωτοτυπίας και της αύξησης της ανταγωνιστικότητας. Στα περισσότερα ΑΕΙ και ΤΕΙ, ιδιαίτερα τα μικρά, κυριαρχεί η παρέα και η προσπάθεια ελέγχου όσων διαθέτουν επιστημονική κατάρτιση και ικανότητα. Για αυτά τα ζητήματα οι απογοητευμένοι φοιτητές θα μπορούσαν να γράψουν τόνους διατριβών και απομνημονευμάτων. Οι ανώτατοι κρατικοί παράγοντες δείχνουν να έχουν εγκλωβιστεί στην εξυπηρέτηση τρίτων παραγόντων. Μεγάλη μερίδα των μέσων ασχολείται με την παραπολιτική, βρίσκεται, δηλαδή, σε πορεία «εξόντωσης αντιπάλων» και όχι σε πορεία συμβολής να πάρει η χώρα στροφή προς το αύριο. Υπάρχουν βέβαια και τα αντίθετα παραδείγματα, όπως εκείνα της εκλογής του νέου αρχιεπισκόπου, των δικαστών που αντιστέκονται στα κελεύσματα της πολιτικής εξουσίας, των πολιτικών, όπως ο Γ.Παπανδρέου που είναι φορείς δημόσιου ήθους.
2. Η επιστροφή στο παρελθόν πνίγει το άλμα στο μέλλον
Η Ελλάδα δείχνει ανήμπορη να βγει από το τέλμα που έχει περιέλθει με την πολιτική της ΝΔ, την έλλειψη επαρκούς οράματος για το μέλλον, την υποχώρηση της ποιοτικής δημοσιογραφίας και της υψηλής στάθμης δημοσιουπαλληλίας κάτω από το βάρος μιας ατμόσφαιρας που πιστεύει ότι όλα μπορεί να τα εξαγοράζει, να τα λαδώνει, να τα ρουσφετολογεί. Πολλές επιχειρήσεις δεν τείνουν στην παραγωγή νέων προϊόντων, αλλά στην αξιοποίηση «παλιών σχέσεων». Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι αντί η χώρα να αντλεί ηθικά, πολιτικά και πολιτισμικά διδάγματα από το πλούσιο παρελθόν της, δείχνει να έχει μια αμφίσημη στάση απέναντί του. Αφενός, εγκλωβίζεται σε αυτό και φυλακίζεται σε μια φανταστική υπόθεση για το τι ήταν το παρελθόν. Αφετέρου, χρήσιμα διδάγματα του παρελθόντος, συχνά αγνοούνται!
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν την ιστορία δυνάμεις της δημοκρατικής παράταξης. Τείνουν να επαναλάβουν τα λάθη του παρελθόντος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δεν κατανοούν ότι στη προσπάθειά τους να «ελέγξουν» το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οδηγώντας την σημερινή ηγεσία της σε ήττα, κόβουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται οι ίδιοι. Και αυτό διότι η λογική «σε οδηγώ σε ήττα» ξεχνά ότι όποιος ανοίγει την πόρτα σε τέτοιες λογικές, θα τις υποστεί στο μέλλον στο πολλαπλάσιο. Σε μια τέτοια αρνητική αλληλοεπίδραση ηττημένος δεν θα βγει ο ένας ή άλλος πολιτικός, αλλά η δημοκρατική παράταξη συνολικά που θα κινδυνεύσει να περιέλθει σε καταστάσεις πριν το 1963... όταν συγκροτήθηκε η Ένωση Κέντρου.
Ανάλογα συμπεριφέρεται η Αριστερά, ιδιαίτερα ο Συνασπισμός. Η ηγεσία του δεν δείχνει να κατανοεί ότι οι σειρήνες που θέλουν να τη θέλξουν δεν είναι οι σειρήνες κάποιου μεγάλου λαϊκού κινήματος του 1958, αλλά εκείνες του 1989 και μάλιστα με ίδια θεματική και στόχους. Θεματική είναι η σκανδαλολογία και η «κρίση του δικομματισμού». Εργαλείο η εικόνα μιας αριστεράς χωρίς ιδεολογικό και κοσμοθεωρητικό λόγο, η οποία θα μεγαλώσει σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Η υπόσχεση, δηλαδή, μιας ανακατανομής των πέρας του κέντρου δυνάμεων. Μόνο που ο Συνασπισμός θα έπρεπε να είχε διδαχτεί. Μετά το 1989 ακολούθησαν πολλαπλές κυβερνήσεις της ΝΔ. Και όχι όποιας ΝΔ, αλλά εκείνης των νεοφιλελεύθερων υπό τον Κ.Μητσοτάκη. Θα έπρεπε, επίσης, να είχε διδαχτεί ότι από την περίοδο 1989 -1993 ο μεγάλος κερδισμένος ήταν οι διαπλεκόμενοι και ο μεγάλος χαμένος ήταν η αριστερά, η ενότητα και ο κόσμος της. Από την περίοδο 1989-1993 τις μεγαλύτερες απώλειες τις είχε η Αριστερά. Σήμερα, οι ίδιες δυνάμεις σπρώχνουν τμήματα της αριστεράς στην υιοθέτηση μιας πολιτικής στάσης και σε αυταπάτες ίδιες και ανάλογες με εκείνες που την είχαν καταλάβει πριν από 20 σχεδόν χρόνια. Αλλά και τμήμα του ΠΑΣΟΚ, δείχνει στον τρόπο που αντιμετωπίζει την Αριστερά ως να μην έχει διδαχτεί και το ίδιο από τις εμπειρίες της δεκαετίας του ογδόντα.
3. Το κεντρικό πρόβλημα
Για πολλά χρόνια η χώρα υπόφερε και υπέφερε από την παγίδευση στο παρελθόν. Η Ελληνική κοινωνία και οι ελίτ της, συμπεριφέρθηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια ως να μην χρειάζονται καινούργιες στρατηγικές στις νέες συνθήκες. Ως να μην τους αφοράνε οι παγκόσμιες αλλαγές. Συνέχισαν να αρμενίζουν στον δρόμο του εύκολου κέρδους, της αρπαχτής, των πελατειακών σχέσεων, της αναπαραγωγής της κοινωνίας της συνενοχής. Όμως, τα προβλήματα αυξάνονται. Η πίεση στην καθημερινότητα του πολίτη γίνεται αφόρητη. Στα πλαίσια αυτά, εμφανίζονται ορισμένες αντιπολιτευτικές δυνάμεις, ιδιαίτερα από τα αριστερά, οι οποίες εντοπίζουν τα προβλήματα (και αυτό είναι το πλεονέκτημά τους), αλλά δεν προσφέρουν λύσεις (και αυτό είναι το μειονέκτημά τους). Οι όποιες λύσεις κάνουν καμιά φορά τον κόπο να αναφέρουν είναι γενικές και αφηρημένες και το κυριότερο δεν κοιτούν προς τα μπρος. Άλλες πάλι δυνάμεις δείχνουν να στηρίζονται στο γεγονός ότι διαχειριστικές λύσεις. Έτσι, η ΝΔ καθημερινά ομιλεί περί μεταρρυθμίσεων και εννοεί την διαχείριση του υπάρχοντος υπέρ των ολίγων. Δυνάμεις διαχειριστικές υπάρχουν και σε άλλους θεσμούς του συστήματος και είναι λογικό. Μόνο που η εποχή μας δεν μπορεί να αρκεστεί σε διαχειριστικές λογικές.
Η χώρα έχει ανάγκη, κατά συνέπεια, από μια συνεκτική στρατηγική που θα τις δώσει πλεονεκτήματα στα πλαίσια του παγκόσμιου ανταγωνισμού και μια καλύτερη θέση στα πλαίσια της παγκόσμιας εξειδίκευσης εργασίας. Αυτή η πολιτική στρατηγική οφείλει να υπηρετεί την πλειοψηφία του λαού, να δίνει περιθώρια και δυνατότητες δράσης των ταλαντούχων και δυναμικών στοιχείων της κοινωνίας και να διασφαλίζει την κινητικότητα για εκείνους που βρίσκονται «στον κάτω» ορίζοντα της κοινωνίας. Η χώρα έχει ανάγκη από όραμα, έμπνευση, αισιοδοξία, προοπτική και δυνάμωμα των προσδοκιών μέσω από μια δημοκρατική, κοινωνικά δίκαιη, ενεργητική στρατηγική.
Δημοσιεύτηκε στην Αξία 01.03.08
Οι ελληνικές κυρίαρχες ομάδες έχουν πρόβλημα να ξεμπλοκάρουν από το παρελθόν τους. Έχουν, επίσης, πρόβλημα να προτείνουν σταθερά, συνεκτικά και αποφασιστικά ένα πρόγραμμα για την Ελλάδα του 21ου που θα της διασφαλίζει μια ισχυρή θέση στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η δυσκολία αυτή δεν είναι, ασφαλώς, μόνο ελληνική, διαπερνά σε μεγάλο βαθμό την πλειονότητα των κυρίαρχων ομάδων στην Ευρώπη συνολικά. Το πρόβλημα όμως στη χώρα είναι ισχυρότερο εξαιτίας σειράς αρνητικών ιδιαιτεροτήτων.
Κάθε πολιτική πρόταση που θα κινείται προς τα εμπρός οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις γενικότερες δυσκολίες του ευρωπαϊκού περίγυρου και τις αλλαγές στον κόσμο, όπως είναι η άνοδος της Κίνας και της Ινδίας στο πεδίο της γεωπολιτικής. Αλλαγές που δημιουργούν νέες δυνατότητες ως προς τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και δημιουργούν νέα διλήμματα με τα οποία η κοινωνία και η πολιτική σκηνή στη χώρα μας, δείχνουν ανέτοιμοι να ασχοληθούν. Οι αλλαγές στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και η ανάγκη η Ελλάδα να αλλάξει μοντέλο ανάπτυξης, να στηριχθεί στις νέες τεχνολογίες, στις σύγχρονες υπηρεσίες, σε παραγωγή που να συνδέεται με την νανοτεχνολογία, την βιογενετική και τα νέα υλικά. Υπάρχουν και οι κοινωνικές και δημογραφικές αλλαγές καθώς και τα προβλήματα που έχουν ανακύψει στη σχέση κοινωνίας και περιβάλλοντος. Όλα αυτά συγκροτούν ένα νέο πολιτικό – κοινωνικό περιβάλλον που θα έπρεπε να είναι στο επίκεντρο της δημόσιας ατμόσφαιρας της χώρας.
Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι ότι όλες οι μερίδες των κυρίαρχων ομάδων, αλλά και των υπολοίπων ομάδων που κινούνται στον δημόσιο χώρο, δεν ασχολούνται με αυτά τα καυτά προβλήματα. Δεν αναζητούν εναλλακτικές λύσεις ως προς αυτά και δεν προωθούν στρατηγικές υλοποίησής τους. Η πολιτική σκηνή έχει εγκλωβιστεί στη σκανδαλολογία και στο παρελθόν. Οι περισσότεροι επιχειρηματίες λειτουργούν ως προμηθευτές του κράτους, διαμεσολαβητές ξένων εταιρειών ή και τοκογλύφοι, πνίγοντας συχνά το επιχειρηματικό δημιουργικό πνεύμα, πνίγοντας ιδιαίτερα τους εν δυνάμει ικανούς ανάμεσα στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες που θα μπορούσαν να είναι οι φορείς του καινούργιου, της πρωτοτυπίας και της αύξησης της ανταγωνιστικότητας. Στα περισσότερα ΑΕΙ και ΤΕΙ, ιδιαίτερα τα μικρά, κυριαρχεί η παρέα και η προσπάθεια ελέγχου όσων διαθέτουν επιστημονική κατάρτιση και ικανότητα. Για αυτά τα ζητήματα οι απογοητευμένοι φοιτητές θα μπορούσαν να γράψουν τόνους διατριβών και απομνημονευμάτων. Οι ανώτατοι κρατικοί παράγοντες δείχνουν να έχουν εγκλωβιστεί στην εξυπηρέτηση τρίτων παραγόντων. Μεγάλη μερίδα των μέσων ασχολείται με την παραπολιτική, βρίσκεται, δηλαδή, σε πορεία «εξόντωσης αντιπάλων» και όχι σε πορεία συμβολής να πάρει η χώρα στροφή προς το αύριο. Υπάρχουν βέβαια και τα αντίθετα παραδείγματα, όπως εκείνα της εκλογής του νέου αρχιεπισκόπου, των δικαστών που αντιστέκονται στα κελεύσματα της πολιτικής εξουσίας, των πολιτικών, όπως ο Γ.Παπανδρέου που είναι φορείς δημόσιου ήθους.
2. Η επιστροφή στο παρελθόν πνίγει το άλμα στο μέλλον
Η Ελλάδα δείχνει ανήμπορη να βγει από το τέλμα που έχει περιέλθει με την πολιτική της ΝΔ, την έλλειψη επαρκούς οράματος για το μέλλον, την υποχώρηση της ποιοτικής δημοσιογραφίας και της υψηλής στάθμης δημοσιουπαλληλίας κάτω από το βάρος μιας ατμόσφαιρας που πιστεύει ότι όλα μπορεί να τα εξαγοράζει, να τα λαδώνει, να τα ρουσφετολογεί. Πολλές επιχειρήσεις δεν τείνουν στην παραγωγή νέων προϊόντων, αλλά στην αξιοποίηση «παλιών σχέσεων». Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι αντί η χώρα να αντλεί ηθικά, πολιτικά και πολιτισμικά διδάγματα από το πλούσιο παρελθόν της, δείχνει να έχει μια αμφίσημη στάση απέναντί του. Αφενός, εγκλωβίζεται σε αυτό και φυλακίζεται σε μια φανταστική υπόθεση για το τι ήταν το παρελθόν. Αφετέρου, χρήσιμα διδάγματα του παρελθόντος, συχνά αγνοούνται!
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν την ιστορία δυνάμεις της δημοκρατικής παράταξης. Τείνουν να επαναλάβουν τα λάθη του παρελθόντος. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δεν κατανοούν ότι στη προσπάθειά τους να «ελέγξουν» το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οδηγώντας την σημερινή ηγεσία της σε ήττα, κόβουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται οι ίδιοι. Και αυτό διότι η λογική «σε οδηγώ σε ήττα» ξεχνά ότι όποιος ανοίγει την πόρτα σε τέτοιες λογικές, θα τις υποστεί στο μέλλον στο πολλαπλάσιο. Σε μια τέτοια αρνητική αλληλοεπίδραση ηττημένος δεν θα βγει ο ένας ή άλλος πολιτικός, αλλά η δημοκρατική παράταξη συνολικά που θα κινδυνεύσει να περιέλθει σε καταστάσεις πριν το 1963... όταν συγκροτήθηκε η Ένωση Κέντρου.
Ανάλογα συμπεριφέρεται η Αριστερά, ιδιαίτερα ο Συνασπισμός. Η ηγεσία του δεν δείχνει να κατανοεί ότι οι σειρήνες που θέλουν να τη θέλξουν δεν είναι οι σειρήνες κάποιου μεγάλου λαϊκού κινήματος του 1958, αλλά εκείνες του 1989 και μάλιστα με ίδια θεματική και στόχους. Θεματική είναι η σκανδαλολογία και η «κρίση του δικομματισμού». Εργαλείο η εικόνα μιας αριστεράς χωρίς ιδεολογικό και κοσμοθεωρητικό λόγο, η οποία θα μεγαλώσει σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Η υπόσχεση, δηλαδή, μιας ανακατανομής των πέρας του κέντρου δυνάμεων. Μόνο που ο Συνασπισμός θα έπρεπε να είχε διδαχτεί. Μετά το 1989 ακολούθησαν πολλαπλές κυβερνήσεις της ΝΔ. Και όχι όποιας ΝΔ, αλλά εκείνης των νεοφιλελεύθερων υπό τον Κ.Μητσοτάκη. Θα έπρεπε, επίσης, να είχε διδαχτεί ότι από την περίοδο 1989 -1993 ο μεγάλος κερδισμένος ήταν οι διαπλεκόμενοι και ο μεγάλος χαμένος ήταν η αριστερά, η ενότητα και ο κόσμος της. Από την περίοδο 1989-1993 τις μεγαλύτερες απώλειες τις είχε η Αριστερά. Σήμερα, οι ίδιες δυνάμεις σπρώχνουν τμήματα της αριστεράς στην υιοθέτηση μιας πολιτικής στάσης και σε αυταπάτες ίδιες και ανάλογες με εκείνες που την είχαν καταλάβει πριν από 20 σχεδόν χρόνια. Αλλά και τμήμα του ΠΑΣΟΚ, δείχνει στον τρόπο που αντιμετωπίζει την Αριστερά ως να μην έχει διδαχτεί και το ίδιο από τις εμπειρίες της δεκαετίας του ογδόντα.
3. Το κεντρικό πρόβλημα
Για πολλά χρόνια η χώρα υπόφερε και υπέφερε από την παγίδευση στο παρελθόν. Η Ελληνική κοινωνία και οι ελίτ της, συμπεριφέρθηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια ως να μην χρειάζονται καινούργιες στρατηγικές στις νέες συνθήκες. Ως να μην τους αφοράνε οι παγκόσμιες αλλαγές. Συνέχισαν να αρμενίζουν στον δρόμο του εύκολου κέρδους, της αρπαχτής, των πελατειακών σχέσεων, της αναπαραγωγής της κοινωνίας της συνενοχής. Όμως, τα προβλήματα αυξάνονται. Η πίεση στην καθημερινότητα του πολίτη γίνεται αφόρητη. Στα πλαίσια αυτά, εμφανίζονται ορισμένες αντιπολιτευτικές δυνάμεις, ιδιαίτερα από τα αριστερά, οι οποίες εντοπίζουν τα προβλήματα (και αυτό είναι το πλεονέκτημά τους), αλλά δεν προσφέρουν λύσεις (και αυτό είναι το μειονέκτημά τους). Οι όποιες λύσεις κάνουν καμιά φορά τον κόπο να αναφέρουν είναι γενικές και αφηρημένες και το κυριότερο δεν κοιτούν προς τα μπρος. Άλλες πάλι δυνάμεις δείχνουν να στηρίζονται στο γεγονός ότι διαχειριστικές λύσεις. Έτσι, η ΝΔ καθημερινά ομιλεί περί μεταρρυθμίσεων και εννοεί την διαχείριση του υπάρχοντος υπέρ των ολίγων. Δυνάμεις διαχειριστικές υπάρχουν και σε άλλους θεσμούς του συστήματος και είναι λογικό. Μόνο που η εποχή μας δεν μπορεί να αρκεστεί σε διαχειριστικές λογικές.
Η χώρα έχει ανάγκη, κατά συνέπεια, από μια συνεκτική στρατηγική που θα τις δώσει πλεονεκτήματα στα πλαίσια του παγκόσμιου ανταγωνισμού και μια καλύτερη θέση στα πλαίσια της παγκόσμιας εξειδίκευσης εργασίας. Αυτή η πολιτική στρατηγική οφείλει να υπηρετεί την πλειοψηφία του λαού, να δίνει περιθώρια και δυνατότητες δράσης των ταλαντούχων και δυναμικών στοιχείων της κοινωνίας και να διασφαλίζει την κινητικότητα για εκείνους που βρίσκονται «στον κάτω» ορίζοντα της κοινωνίας. Η χώρα έχει ανάγκη από όραμα, έμπνευση, αισιοδοξία, προοπτική και δυνάμωμα των προσδοκιών μέσω από μια δημοκρατική, κοινωνικά δίκαιη, ενεργητική στρατηγική.
Δημοσιεύτηκε στην Αξία 01.03.08
4 σχόλια:
"Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ..."
Μήπως πρέπει να γίνουμε ποιητές;
@tractatus
μπαααααα.... οι συνθήκες μας υποχρεώνουν να παραμείνουμε προς το παρόν ....στην "πεζογραφία"
Διαβάζοντας την ανάλυση σου στο παραπάνω κείμενο κατ’ αρχάς επιθυμώ να εκφράσω μια απορία. Θεωρείς ότι η πορεία της Ελλάδας, αλλά και άλλων χωρών είναι κάτι που εξαρτάται απλά και μόνο από τις ελίτ (οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές, πνευματικές ή άλλες) και τις επιλογές τους;
Και μετά από αυτή την απορία προκύπτει και μια σειρά «ιστορικών» ερωτημάτων. Π.χ. ποιες ήταν οι «ελίτ» που ώθησαν τον ελληνικό λαό να αγωνιστεί ενάντια στους Γερμανούς και να συγκροτήσει τον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ; Ποιες ήταν οι «ελίτ» (κοινωνικές, οικονομικές) που ώθησαν το ΚΚΕ να απέχει από τις πρώτες μετά τον πόλεμο εκλογές; Ποιες ήταν οι «ελίτ» που αντιτάχθηκαν στην «βία και τη νοθεία του 1961» ή οι «ελίτ» που συγκρότησαν το κίνημα του «114».
Τέλος ποιες ήταν οι «κυρίαρχες ομάδες» και ποια η «θεωρία» τους που οδήγησε στην συγκρότηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 1974, αλλά και την μετέπειτα γιγάντωση του;
Με τις παραπάνω ερωτήσεις προσπαθώ να αμφισβητήσω τον πυρήνα της σκέψης σου ότι οι επιλογές και οι συγκρούσεις των κυρίαρχων ομάδων ήταν και είναι η κυρίαρχη δύναμη εξέλιξης της ιστορίας μας. Δεν μηδενίζω τον ρόλο τους, ιδιαίτερα από το 1985 και μετά. Ιδιαίτερα δεν μου διαφεύγει ο ρόλος, οι επιδιώξεις και οι συγκρούσεις της οικονομικής «ελίτ», κατανοώντας μάλιστα ότι πλέον μεγάλο μέρος του πνευματικού (επιστημονικού, καλλιτεχνικού) και του πολιτικού κόσμου, βρίσκεται σε ευθεία εξάρτηση από αυτήν.
Επίσης δεν αμφισβητώ ότι αν υπήρχε «προοδευτική» πνευματική και οικονομική-επιχειρηματική «ελίτ» θα διευκόλυνε την πορεία της χώρας και θα «ξεκολλούσε» την Ελλάδα από το παρελθόν. Όλοι γνωρίζουμε ιστορικές συγκυρίες, ιδιαίτερα προς το τέλος 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, όπου αναδυόμενες οικονομικές ελίτ και άνθρωποι του πνεύματος με «ανοιχτή» και «ευρωπαϊκά» επηρεαζόμενη σκέψη έφεραν ρήξεις και τομές που συγκλόνισαν το πολιτικό κατεστημένο και άλλαξαν την πορεία της χώρας.
Κλείνοντας αυτή την μικρή παρέμβαση θεωρώ ότι όποτε οι «ελίτ» είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό βρίσκονταν σε τέλμα, αυτό οφειλόταν κυρίαρχα σε αδυναμία του οικονομικού μοντέλου και του «πολιτικού συστήματος» να δώσει λύσεις. Άλλοτε διέξοδο από αυτές τις κρίσεις στασιμότητας έδιναν οι πόλεμοι-επαναστάσεις-στάσεις και άλλοτε οι λαοί.
Το τελευταίο ερώτημα λοιπόν είναι: που είναι στην ανάλυση σου ο λαός (ή κατά το κομμουνιστικό οι λαϊκές δυνάμεις); Ο λαός δεν μπορεί να είναι η ελπίδα της χώρας; Είναι απλά πάντα χειραγωγούμενος και κατά περιόδους, απλά ακολουθεί και στηρίζει κάποιες «κυρίαρχες ομάδες» που πείθουν με τα οράματα και τις προτάσεις τους;
Η δική μου πεποίθηση είναι ότι ο λαός και κυρίως οι νέοι μπορούν να συμβάλουν στην έξοδο από την κρίση. Αρκεί να καταλάβουμε ότι η κρίση είναι πρώτα κρίση ηθικής και αξιοπιστίας για τον πολιτικό κόσμο και οικονομική για τους πολλούς.
Μια κρίση που σε πολιτικό-κομματικό επίπεδο μπορεί να μοιάζει με την περίοδο 1987-1993, όπου την ρομφαία της «κάθαρσης» κράδαινε ο Κ. Μητσοτάκης (παραδοσιακή και παγκόσμια συντηρητική συνταγή), αλλά σε ζητήματα που αφορούν την πορεία και την διεθνή θέση της χώρας μάλλον μοιάζει με την περίοδο 1950-1960…Σύντομα αν τα πράγματα μείνουν έτσι και η ταξική-κοινωνική εικόνα της χώρας σε αυτές τις δεκαετίες θα προσεγγίζει…
Αυτό είναι το πεδίο (οικονομικό–ταξικό) στο οποίο οι «προοδευτικές» πολιτικές δυνάμεις εξουσίας οφείλουν να προτείνουν λύσεις, ώστε ο κόσμος να ασχοληθεί και με τις υπόλοιπες (θεσμικές, διοικητικές, οργανωτικές, αναπτυξιακές, περιβαλλοντικές, διεθνιστικές, κλπ) προτάσεις τους.
Σε ότι αφορά την «οικονομική ελίτ» νομίζω ότι η στάση της ήταν πάντα σταθερή σε ότι αφορά τα συμφέροντα της και ευέλικτη σε ότι αφορά τις πολιτικές εξελίξεις. Προσαρμόζεται σε οποιοδήποτε «κλίμα». Μοναδική διαφορά είναι ίσως η εμφάνιση κάποιων νέων –μη παραδοσιακών– «παικτών» που στηρίζονται σε "παγκοσμιοποιημένα" κεφάλαια.
Διαβάζοντας την ανάλυση σου μπορώ να πω ότι συμφωνώ . Ξεχνάς όμως μια παράμετρο την λογική του "Greek Dream". Η Ελλάδα ειδικά μετά την δεκαετία του 80 έφτιαξε το δικό της όνειρο που μεγάλωσε ήδη 2 γενιές σχεδόν. Η δεξιά είχε τους μισούς έλληνες στην απέξω" για πάνω από 50 χρόνια .Το ΠΑΣΟΚ΄ ερχόμενο στην εξουσία με το δίκαιο αίτημα της αλλαγής τους έβαλε ξανά στο παιχνίδι όπως και έπρεπε να γίνει. Δεν υπήρξε όμως σχέδιο για την επόμενη μέρα. Βολευτήκαμε στην νέα κατάσταση που έγινε πλέον κατεστημένο και κατά κάποιο τρόπο πνίξαμε το δημιουργικό πνεύμα της κοινωνίας μας. Ο Διορισμός στο δημόσιο τομέα που λειτούργησε σαν κολυμβήθρα του σιλωάμ είναι ακόμα προτεραιότητα της πλειοψηφίας. Κλασικό παράδειγμα πολλοί άνθρωποι με προσόντα που επιλέγουν το δημόσιο σαν πρώτη επιλογή. Έπειτα κάνουν και μια 2η δουλειά κατά προτίμηση μια επιχείρηση «ψιλικά, έτοιμο φαγητό κτλ». Αποτέλεσμα το δημόσιο να λειτουργεί σαν βασικό εισόδημα χωρίς να απαιτεί χρόνο και ενέργεια και η 2η εργασία σαν έξτρα εισόδημα. Είμαι πολύ περίεργος για το αποτέλεσμα μια μελέτης για να υποδείξει το κόστος αυτής της κατάστασης. Αν οι έλληνες που κατά ομολογία εργάζονται πολλές ώρες διοχέτευαν την εργασία του στοχευμένα και σε ένα επάγγελμα αντί σε 2 ή και 3 τα οφέλη για την κοινωνία και κατά συνέπεια για τους ανθρώπους ως άτομα θα ήταν μεγαλύτερα από σήμερα. Φυσικά η αλλαγή αυτής της κατάστασης απαιτεί επένδυση για τις επόμενες γενιές στην παιδεία και ριζική αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος και σε λειτουργικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο οράματος και προοπτικής που θα δίνει στις νέες γενιές. Χρειαζόμαστε ένα σύστημα που θα δίνει διέξοδο και θα δημιουργεί σκεπτόμενους πολίτες χωρίς φοβικά σύνδρομα για το δύσκολο ομολογώ μέλλον. Να μην φτιάχνουμε γενιές που θα απομονώνονται από τον υπόλοιπο κόσμο αλλά που θα ζητούν να είναι μέρος του. Πρέπει και είμαστε υποχρεωμένοι να δημιουργήσουμε τις συνθήκες στην νέα γενιά να οραματιστεί και να ονειροπολήσει να γεννήσει την Ελλάδα του 21 αιώνα . Η γενιά του 90 έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα ,είναι η πρώτη γενιά που δεν θα κουβαλάει τα βιώματα και τα κολλήματα των προηγουμένων είναι πιο «χύμα» και ανεκτική με λιγότερους δεσμούς στο ταραγμένο παρελθόν της κοινωνίας μας. Πιστεύω πως θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία που τους αξίζει. Την χώρα αυτοί θα την αλλάξουν.
Δημοσίευση σχολίου